Ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή

Επιδημιολογικά στοιχεία
Επιδημιολογικά τα στοιχεία τα οποία έχουμε στη διάθεση μας, μας δίνουν την πληροφορία ότι η διαταραχή είναι εξίσου συχνή σε άντρες και σε γυναίκες ενώ διακρίνεται στο 2 με 3% του γενικού πληθυσμού. Φαίνεται πως τα κλινικά χαρακτηριστικά της δε διαφοροποιούνται μεταξύ παιδιών και ενηλίκων (Μάνος 1997). Παράλληλα κάποιοι ερευνητές επισημαίνουν ότι η ΙΨΔ παρατηρείται στο 10% των εξωτερικών ασθενών των ψυχιατρικών κλινικών. Αυτά τα ευρήματα κατατάσσουν την Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή της Προσωπικότητας την τέταρτη κατά σειρά κοινά απαντούμενη κλινική διάγνωση μετά από τις φοβίες, τη διαταραχή χρήσης ουσιών και τη μείζον καταθλιπτική διαταραχή.

Οι τρείς βασικοί μηχανισμοί
Το άτομο που υποφέρει από ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή έχει ενσωματώσει στον τρόπο ζωής του τρεις βασικούς μηχανισμούς, την αντίσταση, την ντροπή και τη μυστικότητα.
Όπως αναφέρθηκε οι περισσότεροι πάσχοντες προσπαθούν να αντισταθούν στις σκέψεις τους και να τις απομακρύνουν από το μυαλό τους. Το ίδιο συμβαίνει και με τους καταναγκασμούς στους οποίους προσπαθούν να μην ενδώσουν. Αρκετοί είναι σε θέση να ελέγχουν τα συμπτώματά τους κατά την ώρα της δουλειάς τους ή το σχολείο ή όταν είναι έξω από το σπίτι. Αλλά με την πάροδο των μηνών και των ετών η αντίσταση μπορεί να μειώνεται και όταν συμβαίνει αυτό η ΙΨΔ γίνεται πιο εμφανής και πιο σοβαρή. Σε σοβαρές περιπτώσεις, η κατανάλωση χρόνου στις καταναγκαστικές πράξεις μπορεί να είναι τόσο μεγάλη που ο ασθενής δεν μπορεί να συνεχίσει τις άλλες του δραστηριότητες.
Επιπλέον, οι άνθρωποι αυτοί προτιμούν να αποκρύψουν τη διαταραχή από το να ζητήσουν βοήθεια. Αρκετές φορές καταφέρνουν με επιτυχία να προσποιούνται και να αποκρύπτουν τα συμπτώματά τους από τους συγγενείς από τους φίλους ή τους συναδέλφους τους. Μια σημαντική συνέπεια αυτής της μυστικότητας είναι ότι

Update cookies preferences