Έναν από τους βασικούς παράγοντες ψυχικής υγείας και σταθερότητας για τον άνθρωπο αποτελεί η αίσθηση ασφάλειας από την οποία διακατέχεται σε διάφορους τομείς της ζωής. Έτσι λοιπόν το άτομο, σε μια σχέση αλληλεπίδρασης , προσδοκά τον έλεγχο , που άλλοτε κερδίζει μέσω της αυτοπεποίθησης και άλλοτε από τις συνθήκες και τις περιστάσεις. Για παράδειγμα η αίσθηση σιγουριάς και ασφάλειας στην περίπτωση της σχέσης μας με το κράτος είναι κάτι που επιτυγχάνεται είτε μέσω της δικής μας συνέπειας προς τους νόμους είτε/και από την βεβαιότητα της απόλυτης εφαρμογής τους. Στον αντίποδα αυτής της διαδικασίας παρατηρούμε ότι ο άνθρωπος μπορεί να αντλεί τεράστια ποσά ανασφάλειας όταν ένας από τους δυο αυτούς πόλους δυσλειτουργεί.
Στην περίπτωση της οικονομικής κρίσης που απειλεί με καταστροφή, διάχυτη είναι η αίσθηση της διπλής απώλειας. Πιο συγκεκριμένα αυτό που περισσότερο μας κάνει να απογοητευόμαστε είναι ότι η καινούργιες συνθήκες φέρουν νέα και άγνωστα δεδομένα για τη ζωή μας, πράγμα που από μόνο του προκαλεί μια ανασφάλεια αλλά και μια αίσθηση περιορισμού των δυνατοτήτων μας. Με άλλα λόγια ο Έλληνας καλείται να ζήσει όχι μόνο με λιγότερα χρήματα αλλά και σε ένα νέο στενό πλαίσιο του οποίου αμφισβητεί τόσο την αποτελεσματικότητα όσο και το στόχο.
Η ψυχολογία μας έχει επηρεαστεί κατά πολύ από την αποσταθεροποίηση στην οικονομία που σηματοδοτεί και την πτώση του βιοτικού επιπέδου. Ας μην ξεχνάμε ότι την τελευταία τουλάχιστον δεκαετία η ποιότητα ζωής ήταν ταυτόσημη του καταναλωτισμού, ενώ παράλληλα η παρερμηνεία μας, ότι αποκτώντας περισσότερα υλικά θα αποτελούσε λύση και στα συναισθηματικά και πνευματικά μας κενά, πυροδοτούσε όλο και περισσότερο το φαύλο κύκλο της ματαιοδοξίας. Με την έννοια αυτή, ναι ο Έλληνας μετουσίωσε το χρήμα όχι μόνο σε μέσω εξουσίας αλλά και σε ανικανοποίητή εμμονή.